image Άκου Ανθρωπάκο, Βίλχεμ Ράϊχ

Μια κουλτούρα λιτότητας και απλότητας, Αντώνης Λιάκος

Η κριση δεν ειναι σημερινο φαινομενο. Η πρώτη πετρελαϊκή κρίση σήμανε την αρχή του τέλους   της μεταπολεμικής ευημερίας, της πολιτικής   πλήρους απασχόλησης που βασιζόταν στην ενεργοβόρα βιομηχανία. Ήταν η εξάντληση της δεύτερης βιομηχανικής επανάστασης. Η νέα κατάσταση  κρίσης ονομάστηκε στασιμοπληθωρισμός, γιατί συνδύαζε  πληθωρισμό και  ανεργία, στοιχεία αλληλοαναιρούμενα στην προηγούμενη  περίοδο. Επομένως οι συσσωρευμένες κοινωνικές προσδοκίες που πυροδότησε   η απόψυξη των κοινωνιών του ευρωπαϊκού νότου από τις δικτατορίες,   συνδυάστηκαν με μια εποχή μηδενικής ή και αρνητικής ανάπτυξης.

Στην ΒΔ Ευρώπη το κράτος πρόνοιας δημιουργήθηκε στα χρόνια οικονομικής ανόδου.Εδώ, η απόσταση ανάμεσα στις προσδοκίες και στην εκπλήρωσή τους  γεφυρώθηκε με την επέκταση του κρατισμού και με δανεικά.

Στα τριάντα χρόνια από το 1981 ο κόσμος άλλαξε ριζικά.  Πρώτη μεγάλη αλλαγή ήταν το πέρασμα στην ψηφιακή και διαδικτυακή εποχή, την τρίτη βιομηχανική επανάσταση που άλλαξε τον παραγωγικό ιστό των κοινωνιών, μειώνοντας παρά αυξάνοντας θέσεις εργασίας. Δεύτερη, η πτώση του κομμουνισμού. Εκτός από τις γαιοπολιτικές αναταράξεις, αισθητές και εδώ,    αποσταθεροποίησε πλήρως τον ιστορικό ρόλο των σοσιαλιστών.   Τρίτη,   η μετάβαση από τον κεϋνσιανισμό στο νεοφιλελευθερισμό, από τη βεμπεριανή αντίληψη του κράτους στο New Public Management  και η υπέρμετρη  ενδυνάμωση των χρηματοπιστωτικών δικτύων απέναντι στα κράτη και στην παραγωγή.  Τέταρτη αλλαγή που συμβαίνει τώρα είναι   η μεταβολή των  ισορροπιών του κόσμου, και το κοινωνικό dumping που υφίσταται η Δύση από την ανάδυση των οικονομικών γιγάντων της Ανατολής. Θρυμματισμός της εργασίας  και του κοινωνικού κράτους.

Έως τώρα μιλούσαμε για κρίση που  προκαλείται από δυο μεγάλες ανακατατάξεις. Η πρώτη αφορά τη μετάβαση από μια οικονομία που κέντρο της ήταν ο δυτικός κόσμος, σε μια οικονομία με πολλά ανταγωνιστικά κέντρα, μερικά από τα οποία με εξαιρετικά χαμηλό βιοτικό επίπεδο,  ανοχύρωτη εργασία, απουσία κράτους πρόνοιας και δημοκρατικών διαδικασιών. Πρόκειται για μια διαδικασία διεθνούς ανακατανομής εισοδήματος   και τρόπων ζωής. Η άλλη, είναι μια μετάβαση   από έναν  τύπο κοινωνίας, εκείνης που εγγυόταν  το  ευρωπαϊκού κοινωνικό κράτος με τα  αστικά, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα,  σε έναν άλλο, στον οποίο ο ρόλος της  πολιτικής διαβούλευσης στη θέσμιση της κοινωνίας, καθώς και ο δημόσιος χώρος  περιορίζονται δραστικά.

Χρειάζεται λοιπόν μέσα στη θύελλα αυτής της καταστροφής να επανεφεύρουμε την πολιτική των πολιτών στην συνθετότητά της, η οποία περιλαμβάνει τόσο τη φυσική παρουσία του πλήθους,   όσο   και την παραγωγή ιδεών, θέσεων, προτάσεων, τρόπων δράσης, επικοινωνίας, παρέμβασης. Η πρώτη αντίδραση στην κρίση είναι ο σώζων εαυτόν σωθήτω, όπου όλοι εναντίον όλων και κυρίως των πιο ευάλωτων. Θα μετατραπούμε σε μια κοινωνία γενικευμένης δυσανεξίας, τρομαγμένων πολιτών, στα όρια της υστερίας; Αλλά και πολλές   κινητοποιήσεις   είναι επαναστατική γυμναστική που κουράζει, χωρίς σοβαρή προετοιμασία και στρατηγική,  όπως   η γελοιότητα των   φοιτητικών «καταλήψεων»,  οι γραφικότητες των «αγανακτισμένων»,   ή το χειρότερο, η βία και το μπάχαλο.

Πρώτα θα πρέπει να καθορίσουμε, τί εννοούμε με τους όρους εκσυγχρονισμό και μεταρρυθμίσεις. Η κοινή έννοια είναι η προσαρμογή στην αλλαγή προτύπου (νεοφιλελεύθερη οικονομία, νέα δημόσια διαχείριση, η παγκοσμιοποίηση του χρηματοπιστωτικού τομέα, επανάσταση στη σχέση κράτους – αγορές). Υπό την έννοια αυτή, θα ακούσετε ότι στη Γαλλία όπως και στις Ηνωμένες Πολιτείες, το λόγο έχουν ο εκσυγχρονισμός και η μεταρρύθμιση. Αυτές – οι σε συνεχή μεταλλαγή – μεταρρυθμίσεις επιβλήθηκαν, σε μεγάλο βαθμό, τις τελευταίες δύο δεκαετίες, στα περισσότερα ή σε όλα τα κράτη. Το μεγάλο ερώτημα της σύγχρονης κρίσης είναι τώρα το εξής: Είναι η κρίση αποτέλεσμα της μη πιστής εφαρμογής αυτών των μεταρρυθμίσεων ή μήπως, τελικά, αυτές οι ίδιες οι μεταρρυθμίσεις;

Προφανώς είναι απαραίτητες οι μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα. Έχουμε ένα άδικο φορολογικό σύστημα που ευνοεί τους πλούσιους σε βάρος των φτωχών, τους ελεύθερους επαγγελματίες σε σχέση με μισθωτούς και συνταξιούχους, εκείνους που φοροδιαφεύγουν σε σχέση με εκείνους που πληρώνουν, με συνέπεια, τους φόρους τους. Φορολογικές απαλλαγές και φοροδιαφυγή έχουν πάρει τερατώδεις διαστάσεις στην Ελλάδα. Έχουμε ένα εξαιρετικά αργό και δαπανηρό σύστημα δικαιοσύνης. Στις κρατικές αρχές, στους τομείς της εκπαίδευσης και της υγείας οι λειτουργικές μεταρρυθμίσεις είναι επιτακτικές. Σίγουρα απαιτούνται μεταρρυθμίσεις εις βάθος, αλλά με αιτία, με στόχο, με αξίες. Αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι μια γενική-οριζόντια  μείωση στο όνομα των μέτρων λιτότητας της κυβέρνησης. Ένα παράδειγμα: Το Εθνικό Οπτικοακουστικό Αρχείο, η σύγχρονη εκδοχή μιας εθνικής βιβλιοθήκης, καταργείται. Ποιός φορέας θα συλλέγει τώρα το οπτικοακουστικό υλικό που παράγει η κοινωνία, και ποιός θα εξασφαλίσει τη διατήρηση, την τεκμηρίωση, και την ανάπτυξή του;

Η εξάρτηση του παρελθόντος από το μέλλον,  είναι κάτι που η γενιά των ιστορικών που άρχισαν να διαμορφώνουν την προσωπικότητά τους στις ανταύγειες  του ουτοπικού 1968 και στην  ατμόσφαιρα των συλλογικών ελπίδων εκείνης της εποχής, που άρχισαν να  ενδιαφέρονται για την μελέτη της ιστορίας στα χρόνια της δικτατορίας και της μεταπολίτευσης για να καταλάβουν που φτάσαμε, που θέλουμε να πάμε και πώς, το γνωρίζει καλά∙ ακόμη κι αν διστάζει να το ομολογήσει, ή ακόμη κι αν καταδικάζει τα νεανικά της φτερουγίσματα. Όσοι γοητευτήκαμε  εκείνα τα χρόνια από τη μελέτη της ιστορίας και αποφασίσαμε  να της αφιερωθούμε, και όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στις άλλες δυτικές χώρες, το κάναμε γιατί πιστεύαμε ότι έτσι θα φωτιζόταν ένας δρόμος  για ένα καλύτερο μέλλον.    Ότι η γνώση της ιστορίας κάνει τις κοινωνίες σοφότερες και καλύτερες. Ότι το παρελθόν ήταν μια κιβωτός που διέσωζε  σπόρους που θα μπορούσαν να βλαστήσουν στο μέλλον. Η τελεολογία της προόδου ήταν το υφάδι της σκέψης μας. Το πεδίο των εμπειριών μας συναντούσε τον ορίζοντα των προσδοκιών μας.  H σημερινή κρίση προκάλεσε  την κατάρρευση αυτής ακριβώς της σχέσης, και αυτή θα είναι η πιο σημαντική της και μακροπρόθεσμη συνέπεια.

Τα αιτήματα και η κουλτούρα των αριστερών διεκδικήσεων εκφράζουν έναν κόσμο που παρήλθε,  διεκδικήσεις σε μια κοινωνία   ευημερίας και   αφθονίας, ευκολίας κινητοποιήσεων, μεγαλόστομης αοριστολογίας και αυτισμού.

Οι μεγάλες απειλές θέλουν μεγάλες απαντήσεις. Η κρίση είναι ένα εργαλείο για την βίαιη μεταβολή των κοινωνιών. εν υπάρχει εναλλακτική λύση, μας λένε. Όμως  κέρδη, τόκοι και εξοπλιστικές δαπάνες είναι στο απυρόβλητο. Το κράτος είναι μεγάλο, αλλά το κράτος είναι οι δάσκαλοι , οι νοσηλευτές, οι σκουπιδιάρηδες.    Ο νέο-φιλελευθερισμός    έχει γίνει δυστυχώς φυσικός τρόπος σκέψης, έχει μεταβληθεί σε ‘κανονική’   επιστήμη, και εκείνο που έχει από-κανονικοποιηθεί είναι ο   τρόπος που αντιλαμβανόμαστε την  κοινωνία. Σύνταγμα και βασικές αρχές του πολιτεύματος βρίσκονται υπό αίρεση. Η Ελλάδα αυτή τη στιγμή μοιάζει με τις χώρες του καταρρέοντος υπαρκτού σοσιαλισμού μετά το 1989. Κατακρημνίζεται  χωρίς να μπορεί από πουθενά να πιαστεί.

Η µόνη χαραµάδα εξόδου προς την ελπίδα είναι πόνος και βάσανα να αποκτήσουν νόηµα. Γιατί αβάσταχτη είναι η οδύνη εκείνη που δεν καταλαβαίνουµε. Εκείνη που δεν έχει νόηµα. Το µαρτύριο του Σίσυφου ήταν χειρότερο από εκείνο του Προµηθέα. Γιατί του Προµηθέα το µαρτύριο είχε νόηµα: έδωσε τη φωτιά στους ανθρώπους, δηλαδή τη δυνατότητα δηµιουργίας. Για να υπάρξει νόηµα λοιπόν πρέπει να υπάρξει διανοητικό πλαίσιο. Τοπλαίσιο αυτό, έχοντας ως κεντρικό του σηµείο τη Λύτρωση, ήταν αυτό που πρόσφερε ο Χριστιανισµός. Η συνάντηση µε το κακό, η νίκη του κακού δεν µπορούσε να είναι οριστική. Τα βάσανα των ανθρώπων, τα τωρινά και τα µελλούµενα, είναι το αντίτιµο της σωτηρίας τους. Η χριστιανική διδασκαλία προσέφερε το ισχυρότερο αντίδοτο στον φόβο: το νόηµα. ∆ηλαδή τη νοητική και ψυχική επεξεργασία η οποία τον ακύ ρωνε. ∆εν ακύρωνε τον πόνο, του έδινε νόηµα, και έτσι δηµιουργούσε αντίδοτο στον φόβο. Ο φόβος παρέµενε ισχυρός για όσους ήταν εκτός πλαισίου. Για όσους δεν είχαν «φόβο Κυρίου».

Μας χρειάζεται η έννοια του  δήμου των πολιτών, μια κατακλυσμιαία μαζική κινητοποίηση,   μια επίσημη  πράξη   δημόσιας δήλωσης: Όχι στο όνομά μας. Όχι στο όνομα της χώρας. Όσα διαβουλεύεστε και όσα πράττετε  δεν έχουν καμιά σχέση με καμιά, υποτίθεται, διάσωσή μας. Αφορούν τη διάσωση του κόσμου όπως τον ορίζετε και  τον διαμορφώσατε. Ζητάτε θυσίες από το δήμο, αλλά το μόνο που προσφέρετε είναι η ενοχοποίησή του και ένα σκοτεινό μέλλον.  Μια παρόμοια δήλωση ενώπιον της Ευρώπης και του κόσμου. Αλλά μετ’ επιγνώσεως. Γιατί μπροστά σε μια οικονομική κρίση η οποία θα τερματίσει ανεπιστρεπτί την ευημερία στην οποία ζούσε ο δυτικός κόσμος, σ’ένα κόσμο με περισσότερες δυσκολίες και λιγότερες απολαβές, όπου ακόμη και την ανάπτυξη θα πρέπει να τη σκεφτούμε με οικολογικούς όρους, χρειάζεται ένας μετα-διαφωτισμός αποκλιμάκωσης της προόδου. Μια κουλτούρα   λιτότητας και   απλότητας,   εντιμότητας και   κοινωνικής δικαιοσύνης. Κάτι τι, δηλαδή, μεγάλης πνοής και μακράς διάρκειας, ικανό να εμπνεύσει και να κινητοποιήσει.