Στα χωριά της Κρήτης, που βρίσκονται στους πρόποδες των Αστερουσίων Ορέων, πολλές νέες γυναίκες και κορίτσια ξαναπιάνουν το νήμα στα χέρια τους και υφαίνουν. Η Αγγελική διέσωσε τον αργαλειό της προγιαγιάς της και τον εγκατέστησε σ’ ένα ερειπωμένο σπίτι που πλέον έχει πάρει ζωή από τα πολύχρωμα υφάδια και τα ρυθμικά χτυπήματα.
Παρότι μεγάλωσε βλέποντας τη μητέρα της και τη γιαγιά της να υφαίνουν ασταμάτητα, η ίδια δεν έμαθε ποτέ να δουλεύει στον αργαλειό. Όμως οι μνήμες κινητοποίησαν αμέσως τα χέρια της.