Εσωτερικός Κόσμος
</p>
Εισχωρώντας στον εσωτερικό κόσμο των Μαστιχοχωρίων διείσδυσα σε έναν κόσμο όπου η απλότητα και η παράδοση σφιχταγκαλιασμένες κατά τη διάρκεια τόσων χρονών έχουν μπολιάσει την εσωτερικότητα κάθε σπιτιού και έχουν αφήσει το αποτύπωμα τους στα θεμέλια κάθε δωματίου. Τα σπίτια αυτά δεν ήταν απλά κατοικίες για ξεκούραση αλλά αναπόσπαστα στοιχεία της καθημερινότητας των χωρικών στα οποία καθρεφτίζονταν ο αναλλοίωτος τρόπος ζωής τους στο πέρασμα των χρόνων. Ένας τρόπος ζωής που δεν παραβίαζε τους ρυθμούς της φύσης, δεν επιβαλλόταν σε αυτούς μα αφουγκραζόταν τη σοφία τους και συμπορευόταν αρμονικά μαζί τους. Οι πέτρινοι θόλοι, οι φωτογραφίες στους τοίχους, τα αντικείμενα-κειμήλια δεν είναι παρά το πλαίσιο και η αναφορά μια κοινής μοίρας που ένωνε αυτούς τους ανθρώπους, μιας κοινής πορείας που από μέσα της αναβλύζει ένα βαθύ αίσθημα αλληλεγγύης που υπήρχε μεταξύ τους.
Ιδιαίτερη αξία στους χώρους που ακόμα κατοικούνται είχε το μοναδικό γούστο των κατοίκων το όποιο αναδεικνύονταν μέσα από την ευφάνταστη τακτοποίηση των αντικείμενων σε όλο τον χώρο με τόσο χαρακτηριστικό τρόπο ώστε να μιλάμε, γιατί όχι, για πηγαία καλλιτεχνική έκφραση. Δεν συναντούσες κάτι κίβδηλο ή κάποια προσπάθεια επίδειξης ή κομπορρημοσύνης. Ακόμα και η υπερβολή εντασσόταν στην πολύ ειλικρινή και συναισθηματική σχέση που ανέπτυσσαν οι κάτοικοι με το προσωπικό τους χώρο. Τα αντικείμενα εκεί δεν πετιούνται, όλα συνδέονται με τις εμπειρίες και το παρελθόν της εκάστοτε οικογένειας και για το λόγο αυτό με ιδιαίτερη ευλάβεια τοποθετούνται στο χώρο που τους ανήκει. Πολλές φορές προσπάθησα να μετακινήσω αντικείμενα για να έχω ορθότερη σύνθεση του κάδρου μου και τις περισσότερες φορές αντιλαμβανόμουν ότι κάτι δεν πάει καλά, ίσως ότι δεν είχα το δικαίωμα να βεβηλώνω μια αρχέγονη σχεδόν τάξη.
- Περισσότερα
Κάθε φορά που συναντούσα ένα τέτοιο σπίτι, καφενείο ή παντοπωλείο ένιωθα τη συγκίνηση που νιώθει ίσως ένας αρχαιολόγος όταν φέρνει στο φως ένα εύρημα ανεκτίμητης αξίας. Πολλοί από τους χώρους αυτούς ήταν ακατοίκητoι, σκονισμένοι από το πέρασμα του χρόνου, προικισμένοι όμως από την ιερότητα που αυτός προσδίδει στις εστίες που τους πρέπει. Σκεφτόμουν ότι η διατήρηση αυτών των χώρων σε αυτή τους τη μορφή για πολλά χρόνια ήταν ίσως ο μόνος τρόπος για να διατηρήσουν την πνευματική τους δύναμη και θαρρείς και ότι όλα αυτά τα βαλσαμωμένα αντικείμενα περίμεναν κάποιον να τα βγάλει από τη σιωπή και την ακινησία και επιτέλους να αποκτήσουν λαλιά.
Όταν άρχισα να γίνομαι πιο συνειδητός για το τι είδους καταγραφή θέλω να κάνω, η σύνδεση μου με τους χώρους αυτούς απέκτησε άξαφνα μια μεταφυσική διάσταση, σχεδόν με στοίχειωνε η κάθε επαφή μαζί τους. Είχα την αίσθηση ότι κάθε δωμάτιο είναι ένα πορτρέτο του ιδιοκτήτη, ένα ψυχογράφημα των ανθρώπων που κατοικούσαν εδώ. Βίωνα έντονα την παρουσία τους, την αύρα τους, τις ιστορίες τους που στριμώχνονταν στις γωνιές του κάθε δωματίου και παρόλο που οι άνθρωποι ήταν απόντες δήλωναν με τον πιο εμφατικό και συνάμα μυσταγωγικό τρόπο έντονα παρόντες. Σε αυτούς τους ερμητικά κλειστούς χώρους βρέθηκα αντιμέτωπος με μια παρηκμασμένη αρχοντιά, με τα σκονισμένα μπιμπελό και τις φωτογραφίες τακτοποιημένες ακόμα πάνω στο σκρίνιο, τα σεντόνια και τα μαντήλια διπλωμένα μέσα στα μπαούλα, τις φωτογραφίες στους τοίχους, τα σεμεδάκια τοποθετημένα πάνω στα τραπεζάκια. Τα αντικείμενα ωρίμασαν με το πέρασμα του χρόνου, γιόμισαν από την ενέργεια και τις δονήσεις του παρελθόντος και θαρρείς ότι μετά από τόσα χρόνια ζύμωσης τους με τους ανθρώπους και τις ιστορίες τους απέκτησαν ψυχή. Ερχόμουν σε επαφή με μια ασάλευτη αρμονία, κινιόμουν αργά και ανέπνεα κοφτά μην τυχόν διαταράξω αυτήν την ερωτική σχέση των αντικειμένων με τον χρόνο. Η φόρτιση ήταν τόσο μεγάλη που κάποιες φορές έπρεπε να βγω έξω να πάρω καθαρό αέρα και να συνεχίσω μετά.
Με τους θόλους και τα γέρματα να δίνουν την αίσθηση ότι βρίσκομαι μέσα σε ναό, ένιωθα ότι έπαιρνα μέρος σε μια ιδιότυπη τελετουργία, ένα είδος φωτογραφικού αγιασμού μέσα σε μια κατανυκτική ατμόσφαιρα. Δεν έκανα τίποτα παραπάνω από το να αφήσω το μέρος να λειτουργήσει σε μένα και αυτό απαιτούσε χρόνο. Πολλές φορές έμενα για ώρες μέσα σε ένα δωμάτιο μη ξέροντας πραγματικά τι θέλω να κάνω εκεί. Ενώ οι χώροι που φωτογράφιζα είναι πραγματικοί, ένιωθα ότι είναι ταυτόχρονα και φανταστικοί, ποτισμένοι από την αύρα και τις ιστορίες των ατόμων που έζησαν εκεί και την ίδια στιγμή ξανά βαφτισμένοι μέσα από τα προσωπικά μου βιώματα και εμπειρίες. Οποιοδήποτε αντικείμενο εκεί ένιωθα ότι είναι ταυτόχρονα πραγματικό και συμβολικό. Η φωτογράφηση μετατρέπονταν σε μια σχεδόν διαλογιστική διεργασία, σε ένα βύθισμα μέσα σε μια ενεργειακή χοάνη απ’ όπου ίδιος δεν θα ξανάβγαινα. Τις περισσότερες φορές επέστρεφα στα σπίτια ακόμη και αν πίστευα ότι είχα το υλικό που επιθυμούσα. Πάντα το αποτέλεσμα ήταν πιο αληθινό, πιο ουσιαστικό.
Κάθε φορά που επιλέγει κανείς να φωτογραφήσει ένα κομμάτι από τον έξω κόσμο, την ίδια στιγμή επιλέγει να ανοίξει μια χαραμάδα στον δικό του κόσμο του και να μας μπάσει μέσα για να ρίξουμε μια μάτια. Η περιπλάνηση μου στον εσωτερικό κόσμο των Μαστιχοχωρίων ήταν και μια περιπλάνηση στον δικό μου εσωτερικό κόσμο, ήταν μια βύθιση σε έναν κόσμο μνήμης και ιστορίας και την ίδια στιγμή μια βύθιση στις γαλαρίες της δικής μου ψυχής. Αυτές οι εστίες παράδοσης και πολιτισμού, που μοιάζουν να κρατούν με νύχια και με δόντια τα βιώματα και τις αναμνήσεις που ψυχορραγούν, ίσως σε μερικά χρόνια να μην υπάρχουν, και εκεί πάνω στον επιθανάτιο ρόγχο τους, ένιωθα σαν να ήταν ίσως η τελευταία τους επιθυμία, μου ζήτησαν να τις φωτογραφίσω, φωτογραφίζοντας ταυτόχρονα και αυτές εμένα, αποκαλύπτοντας τον εσωτερικό τους κόσμο και φωτίζοντας ταυτόχρονα τον δικό μου.