image Ta yurt του Caravan Project ως χώρος πραγματοποιημένης ουτοπίας

O παπούς με το χάρτη

Ήρθε στο καφενείο που καθόμουν, απορροφημένος από τις σκέψεις εκείνες που δεν σου χαρίζονται, ένας ηλικιωμένος κύριος που πουλούσε χάρτες. Ξερακιανός με μικρή καμπούρα, φορώντας ένα καρό χειμωνιάτικο πουκάμισο μέσα στην άνοιξη και κρατώντας ένα μπόγο με τυλιγμένους χάρτες μπήκε μέσα στο καφενείο βήμα βήμα και ψέλλισε κάτι που ουδείς έδωσε σημασία στη πραμάτεια που διαλαλούσε χαμηλοφώνως άλλα ούτε καν στη παρουσία του. Κοντοστάθηκε για λίγο κοιτώντας αυτό πολύβουο μελίσσι ανθρώπων και σαν μην έχει νόημα αυτή η συνδιαλλαγή μαζί του και στράφηκε προς την έξοδο, όπου προχωρώντας προς αυτήν αντίκρισε εμένα να κάθομαι στη γωνιά της εξώπορτας: «Θέλεις ένα ωραίο χάρτη της Ελλάδας» μου είπε ξετυλίγοντας για λίγο ένα ξεφτισμένο στις άκρες χάρτη που κρατούσε στα χέρια του και που μου θύμισε τους φθαρμένους χάρτες που είχαμε παλιά στο δημοτικό, όπου η κάθε χώρα σε αυτούς φαίνονταν πάντοτε επίπεδη σαν μια ξεχασμένη χώρα στη μέση του πουθενά. Κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά και εκείνος αφού κοίταξε για μερικά δευτερόλεπτα το πάτωμα έχωσε αργά το χάρτη μέσα στον τουρβά με τους άλλους, και με αργές κινήσεις βγήκε έξω στο δρόμο.

Ο παππούλης εμφανίστηκε από του πουθενά σαν ένας ευγενής ιππότης που ξεβράστηκε σε μια γωνιά του κέντρου της Αθήνας για να προσφέρει ένα χάρτη στους παραπλανημένους πολίτες μιας πόλης να βρουν το δρόμο τους σε μια χώρα που διαρκώς τους αποπροσανατολίζει. Ένα «ωραίο χάρτη της Ελλάδας» διαλαλεί και ίσως αν δεν τον έκοβα με τον αρνητικό μου μορφασμό, να συνέχιζε τη πρόταση του και να έλεγε ότι “o χάρτης μου δεν είναι σαν τους άλλους τους γκρίζους και μεμψίμοιρους χάρτες που δείχνουν μια μίζερη χώρα που βουλιάζει μέσα στον εαυτό της, αλλά δείχνει μια χώρα ωραία με ζωηρά χρώματα, με μεγάλες οροσειρές που αγγίζουν τα σύννεφα, με πόλεις σα μελίσσια που σφύζουν από ενεργητικότητα και ένα φως να λούζει με ζωή όλη την επικράτεια. Μέσα σε αυτόν το κόσμο της τεχνολογίας, της ταχύτητας και των βιαστικών συναλλαγών η προσφορά του παππούλη έμοιαζε με μια παράλογη πράξη αντίστασης. Σε μια εποχή που τα πάντα σερβίρονται έτοιμα και ξαναζεσταμένα απομένουν μονάχα κάποιοι σαλοί εδώ και εκεί, που εμφανίζονται ξαφνικά και απροειδοποίητα, να διαλαλούν ένα χώρο άφθαρτο που ακόμη δεν έχει καλλωπιστεί από τα φτιασίδια ενός πολιτισμού του φαίνεσθαι.

Στον ηλικιωμένο αυτόν κύριο, που έμοιαζε με μια δονκιχοτική φιγούρα που εφορμά από μια εποχή περασμένη, έλαχε το χρέος να υπενθυμίσει στους ανθρώπους κάτι που από προ πολλού έχει ξεχάσει: ένα τόπο που ονειρεύτηκαν μικροί και ξεθώριασε απότομα.Σκεφτόμουν ότι οι περισσότεροι από εμάς απορροφημένοι στις ιδιωτικές μας υποθέσεις ίσως ποτέ να μην αντικρίσουμε αυτόν τον ωραίο χάρτη της Ελλάδας που μας συστήνει. Όταν τον έβλεπα να χάνεται αργά αργά μεσά στην Αθηνάς, δεν ήμουν σίγουρος αν συνέβη αυτή η συνάντηση ή τη φαντάστηκα. Μοιάζει όμως ότι αγγίξε μέσα μου μια χορδή για καιρό αφημένη και ήχησε μια μελωδία που ακόμη δεν έχω καταλάβει αν ο ήχος της με χαροποιεί η μέ θλίβει..

Παναής Παλιάτσος